Την ίδια περίοδο φτάνει και η αμερικάνικη βοήθεια του Δόγματος Τρούμαν (ο οποίος δήλωνε πως πρέπει να στηριχτεί το ελληνικό κράτος που «...απειλείται σήμερα από τις τρομοκρατικές ενέργειες μερικών χιλιάδων ένοπλων, υπό κομμουνιστική ηγεσία...») και μαζί της -χωρίς βέβαια να υποτιμούνται καθόλου και οι πολύτιμες συμβουλές των Άγγλων- η τεχνογνωσία και οι οδηγίες για να στηθεί ο «νέος Παρθενώνας» όπως ονομάστηκε το κολαστήριο της Μακρονήσου.
Στις 26 Μάη του 1947 οι φαντάροι του 3ου λόχου του Β’ τάγματος σκαπανέων, φορτώνονται σε ένα μεγάλο καίκι που τραβάει νοτιοδυτικά από την βραχώδη παραλία της Αττικής προς τη Μακρόνησο. Τις επόμενες μέρες τους ακολουθούν και οι υπόλοιποι λόχοι του Β’ Τάγματος.
Καθώς το καίκι κατέβαινε όλο και πιο δυτικά, μια έγνοια πήρε να με κατατρώει. Για πρώτη φορά σκέφτηκα: Πού στο διάβολο θα φτάσει αυτή η ιστορία; Πού πηγαίνουμε τώρα; Σε ποια στρούγκα θα μας στριμώχνανε πάλι; Μάλαζα τα μαύρα σημάδια από το ξύλο πάνω στα χέρια μου κι έλεγα μέσα μου: Θέλουνε να μας αλλάξουνε την πίστη. Είναι τόσο κουτοί; Δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό δεν γίνεται; Εγώ έφαγα τα νιάτα μου σ’ όλη την κατοχή για να γλιτώσει η πατρίδα μας από τη χολέρα του φασισμού. Όργωσα ξυπόλητος όλη τη Μεσσηνία και τη μισή Λακωνία για να μην έχουμε αφεντικά πάνω στα κεφάλια μας. Τί ζητάνε τώρα τούτοι από μας; Να γυρίσουμε πάλι πίσω;
Τους τρεις επόμενους μήνες σταδιακά μεταφέρονται στην «Εθνική κολυμπήθρα» το Γ’ Τάγμα, το Α’ Τάγμα που βρισκόταν για λίγους μήνες στη Γυάρο προκειμένου να στήσει τις εγκαταστάσεις για τους πολιτικούς εξόριστους, και οι Στρατιωτικές φυλακές. Όπως λέει ο Μάργαρης στο ίδιο βιβλίο:
Δεν μπορούσαμε να βάλουμε στο νου μας εκείνη την ημέρα του Μαίου που μας ξεφόρτωσαν στο Μακρονήσι τι έμελλε να γίνει σε λίγο καιρό. Στην αρχή νομίζαμε πως η μεταγωγή μας ήταν προσωρινή...είχαμε τόσο συνηθίσει με τις ασταμάτητες μετακινήσεις που δεν φανταζόμαστε ότι εκεί θα ριζώναμε...μα γελαστήκαμε...
Το Μακρονήσι τον τελευταίο μήνα του καλοκαιριού φιλοξενούσε τέσσερα στρατόπεδα. Μέσα σε ένα τρίμηνο από την ημέρα που άνοιξε τα γυμνά και άγρια βράχια σήκωναν φορτίο κάπου 8.000 φαντάρων, υπαξιωματικών, ναυτών, αεροπόρων και φυλακισμένων.
Στο κολαστήριο της Μακρονήσου έμελλε τα επόμενα χρόνια να γραφτούν μερικές από τις σκοτεινότερες σελίδες της σύγχρονης ιστορίας, με αποκορύφωμα τη σφαγή του Φλεβάρη-Μάρτη του 1948 στο Α’ τάγμα, αλλά και χιλιάδες ηρωικές στιγμές αγωνιστών που αντιστάθηκαν στον εξευτελισμό, τη βία, τα απάνθρωπα βασανιστήρια και το θάνατο.
Στη δεκάχρονη ιστορία του το κολαστήριο της Μακρονήσου «φιλοξένησε» 50.000 ως 100.000 στρατιώτες και πολίτες. Αποτέλεσε ένα μαζικό πείραμα άσκησης συστηματικής, επιστημονικής βίας με κύριο στόχο την αλλαγή συνειδήσεων. Βασικός στόχος να χτυπηθεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, απειλές, τρόμος, ατομικοί και ομαδικοί βασανισμοί, για να σκύψουν οι αγωνιστές το κεφάλι, να καμφθεί το ηθικό. Στόχος η «ιδεολογική αναβάπτιση» με την «υπογραφή»: «Ουδέποτε υπήρξα κομμουνιστής και ουδεμία σχέσιν έχω με το συνωμοτικόν ΚΚΕ ... Επειδή είμαι γνήσιο ελληνόπουλο καταδικάζω και αποκηρύσσω μετά βδελυγμίας όλας τας αναρχοβουλγαροκομμουνιστικάς οργανώσεις ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΕΑ, αίτινας αποτελούν τα εγκληματικά, σλαυόδουλα και αντεθνικά συγκροτήματα ...Η παρούσα μου επιθυμώ να δημοσιευθεί εις τον Τύπον και να διαβασθεί εις την εκκλησίαν της ενορίας μου».
«Όταν μας μπαρκάρανε για το Μακρονήσι ξέραμε δυό πράγματα: Πως εκεί δύσκολα βαστάς. Είναι ζήτημα αν βαστάει το 1%. Και στο 1% περιλαμβάνονται πεθαμένοι, τρελοί, σακατεμένοι και μερικοί λίγο υγιείς».
Γιάννης Χοντζέας
«...Σήμερα μου χύσανε το φως μου. Είμαι καλά.
Είμαι καλά. Χτες κόψανε τα νύχια μου.
Τρόμοι μου πήραν τα φρένα μου. Είμαι καλά.
Είμαι καλά. Αύριο θα με σταυρώσουν.
Είμαι καλά. Είμαι καλά. Είμαι καλά...
Είμαι καλά. Κι ας μην έχω πια μυαλό να το σκεφτώ.
Είμαι καλά. Κι ας μην έχω πια μιλιά να το φωνάξω.
Είμαι καλά. Κι ας μην έχω χέρι να το γράψω.
Γι' αυτό το σκάβω. Το σμιλεύω επιτύμβιο.
Πάνω σ' αυτόν τον ανεμόδαρτο γκρεμνό.
Σ' αυτό το τρελό νεκροταφείο
πως όλοι οι νεκρού του
ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ»
Μενέλαος Λουντέμης
«Περάσαμε πολύ καιρό στο Μακρονήσι,
κοιμηθήκαμε μάγουλο με μάγουλο με το θάνατο,
πολλοί αφήσανε εκεί τα κόκαλά τους.
Πολλοί αφήσανε τα πόδια τους, τα χέρια τους.
Πολλοί τώρα περπατάνε με δεκανίκια,
πολλοί δεν περπατάνε καθόλου,
πολλοί φωνάζουν τις νύχτες στον ύπνο τους,
πολλοί δεν έχουν καθόλου μιλιά,
πολλοί δεν μπορούν πια να δουν,
πολλοί δεν μπορούν πια να καταλάβουν
τη φωνή της μάνας τους.
Ολο το φταίξιμό μας είναι που αγαπάμε,
όπως κι εσύ Ζολιό,
τη Λευτεριά
και την Ειρήνη»
(Γιάννης Ρίτσος: Από το «Γράμμα στο Ζολιό Κιουρί»)
Είπαν για τη μακρόνησο:
Ο Π. Κανελλόπουλος βεβαίωνε το Μάρτη του 1949 ότι «Η ιστορία θα γράψει πως η στροφή της παγκοσμίου καταστάσεως άρχισε στη Μακρόνησο. Στο ξερονήσια αυτό εβλάστησε η Ελλάς ωραιοτέρα από κάθε άλλη φορά».
Πηγές
Νίκου Μάργαρη:«Η ιστορία της Μακρονήσου», Αθήνα 1966
Γιώργου Φαρσακίδη: Μακρόνησος, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
ΙΟΣ της ελευθεροτυπίας: συνταγματάρχης Γ. Μπαϊρακτάρης «Γιατί φτιάξαμε τη Μακρόνησο» http://www.iospress.gr/ios2003/ios20030914a.htm
1 σχόλιο:
απίστευτο αφιέρωμα, συγχαρητήρια, το ζήλεψα, με την καλή έννοια.
Έτσι, για να μην ξεχνάμε το κολαστήριο της Μακρονήσου...
Δημοσίευση σχολίου