“Ήμουνα πια σίγουρη πως θα ‘ρχότανε κείνο το βράδυ, μα δεν είπα τίποτα. Κι εκείνος ήτανε σίγουρος πως θα ‘ρχότανε, μα όχι πριν τη Δευτέρα. Και κοιμηθήκαμε. Ακόμα και κείνη τη νύχτα κοιμηθήκαμε. Στον ύπνο μου άκουσα κλειδιά. Ήτανε ακόμα στην αυλή, μα άκουσα το βρόντημα των κλειδιών. Τινάχτηκα πάνω και φώναξα το Νίκο. Είχε ακούσει και κείνος. «Ε, ναι, έρχονται» μου αποκρίθηκε. Τους είδα. Ανοίξανε όλα τα κελιά εκτός από το δικό μου. Ο Νίκος ζήτησε να με δει. Δεν μου ανοίξανε. Μας αφήσανε το παραθυράκι με τα σίδερα για να αποχαιρετιστούμε. Είδα το αίμα να χάνεται από το πρόσωπό του όταν κοιταχτήκαμε και ξέραμε πως δεν υπήρχε για μας άλλη μέρα ... Ο Νίκος έγειρε κοντά μου. «Πρέπει να ζήσεις, μου ‘πε, πρέπει» ... Μου ‘δωσε το ρολόι, το στυλό, το πορτοφόλι με τις φωτογραφίες. «Πάμε» είπε ο επικεφαλής. Ένα φιλί μέσα από τα σίδερα…”.(Τρία γράμματα της Έλλης Παπά στο γιο της, από το βιβλίο της Διδώς Σωτηρίου «Εντολή», εκδόσεις Κέδρος)
Στις 4:12 ξημερώνοντας Κυριακή 30 Μάρτη, στο γνωστό τόπο εκτελέσεων, το Γουδί, πίσω από το «Σωτηρία» κάτω από τα φώτα των προβολέων των τζιπ, δέχονται τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος, ο Νίκος Μπελογιάννης, ο Δημήτρης Μπάτσης, ο Νίκος Καλούμενος και ο Ηλίας Αργυριάδης.
Μερικούς μήνες πριν στις 9 Νοέμβρη του ’51 ο Μπελογιάννης απολογούμενος στην πρώτη του δίκη γίνεται κατήγορος: «Όλος ο κόσμος ξέρει το ρόλο που παίζουν οι Αμερικάνοι στη χώρα μας, τις κρυφές και φανερές επαφές τους με τα αστικά κόμματα, τις ανοιχτές επεμβάσεις τους στα εσωτερικά μας, την επιδεικτική και επικίνδυνη καταπάτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της ανεξαρτησίας της χώρας μας. Ακόμα και δω σ’ αυτή την αίθουσα ακούσαμε για το ρόλο που διαδραμάτισαν στις ανακρίσεις της Ελληνικής Ασφάλειας.
Όργανα των ξένων δεν γίνονται οι κομμουνιστές. Ο κομμουνισμός είναι πανανθρώπινο κίνημα. Τα ιδεώδη του συγκλονίζουν τις καρδιές όλων των προοδευτικών ανθρώπων της γης. Μια χούφτα ξεκίνησαν στην εποχή του Μαρξ, έφτασαν σήμερα τα 800 εκατομμύρια και αύριο θα απλωθούν σ’ ολόκληρο τον πλανήτη. Μπορεί ποτέ όργανα των ξένων να δημιουργήσουν ένα τέτοιο μεγαλειώδες κίνημα; Ποιος ξένος πράκτορας δίνει με τέτοια απλοχεριά τη ζωή του, όπως τη δίνουν χιλιάδες κομμουνιστές; Οι θυσίες αυτές μόνο με τις θυσίες των πρώτων χριστιανών μπορεί να συγκριθούν. Αλλά και πάλι υπάρχει μια διαφορά, ότι ενώ οι χριστιανοί δέχονταν το μαρτύριο και το θάνατο, ελπίζοντας να κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών, οι κομμουνιστές δίνουν τη ζωή τους μην ελπίζοντας σε τίποτα. Τη δίνουν για ν' ανατείλει στην ανθρωπότητα ένα καλύτερο, ευτυχισμένο αύριο, που αυτοί δε θα το ζήσουν. Ποιο όργανο των ξένων μπορεί να προσφέρει τη ζωή του σ' έναν τέτοιο μεγάλο σκοπό;».
Τέλη Φλεβάρη στη δεύτερη δίκη του για «κατασκοπεία» έκλεινε την απολογία του με ένα φλογερό κατηγορώ:
«Ο Υπουργός των Εσωτερικών είπε ότι η δίκη αυτή θα είναι πολύ διδαχτική. Κατά τη γνώμη μου θα είναι πραγματικά διδαχτική. Το δίδαγμα πού θα βγει είναι ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα δε χτυπιέται με τέτοια μέσα. Όπως απέδειξε η ιστορία του ως τα τώρα, έχει βαθιές ρίζες ακατάλυτες, ποτισμένες με αίμα πού έχυσε στους αγώνες για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό.
Εμείς πιστεύουμε στην πιο σωστή θεωρία που διανοήθηκαν τα πιο προοδευτικά μυαλά της ανθρωπότητας. Και η προσπάθειά μας, ο αγώνας μας είναι για να γίνει η θεωρία αυτή πραγματικότητα για την Ελλάδα και τον κόσμο ολόκληρο.
Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατήγορούς μας. Το δείξαμε όταν εκινδύνευσε η ελευθερία, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητα της και ακριβώς αγωνιζόμαστε για ξημερώσουν στη χώρα μας, καλύτερες μέρες, χωρίς πείνα και πόλεμο. Για το σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε κι όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας. Πιστεύω ότι δικάζοντάς μας σήμερα, δικάζετε τον αγώνα για την ειρήνη, δικάζετε την Ελλάδα...» (Κώστας Βασιλείου,»Νίκος Μπελογιάννης, εκδόσεις Πασχάλη)
Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν η θανατική καταδίκη του μαζί με άλλους 7 από τους κατηγορούμενους.
Οι εκκλήσεις για σωτηρία απ’ όλες τις γωνιές του κόσμου, από τον Αϊνστάιν, τον Καμύ και τον Πάμπλο Νερούντα, τον Ελυάρ, τον Αραγκόν και τον Πικάσο, έπεσαν στο κενό, τσακίστηκαν πάνω στα σχέδια των αμερικανών που είχαν τον πρώτο λόγο στα πράγματα της μετεμφυλιακής Ελλάδας. (Ο Πικάσο, σε χειρόγραφο: «Το φως από το λαδοφάναρο που φώτιζε το σκοτάδι μιας μαγιάτικης βραδιάς στη Μαδρίτη, τα ευγενικά πρόσωπα του τουφεκισμένου λαού που τον δολοφόνησε ο ξένος άρπαγας στον πίνακα του Γκόγια, είναι η ίδια σπορά φρίκης που σπέρνει με τις ανοιχτές φούχτες των προβολέων πάνω στα ορθάνοιχτα στήθια της Ελλάδας μια κυβέρνηση που σκορπίζει το θάνατο, το φόβο και το μίσος. Ενα πελώριο άσπρο περιστέρι περνάει κι αφήνει το οργισμένο του πένθος πάνω στη γη»).
Ξημερώνοντας 30 Μάρτη, Κυριακή που ούτε οι γερμανοί στην Κατοχή δεν έκαναν εκτελέσεις, ο «άνθρωπος με το γαρύφαλλο», όπως τον ζωγράφισε ο Πικάσο, ο αγωνιστής Μπελογιάννης, έπεσε κάτω από τις σφαίρες της αμερικάνικης επιβολής στην Ελλάδα και των ντόπιων οργάνων της. Η εκτέλεσή του ήταν και παραμένει αιώνιο στίγμα στο καθεστώς της αμερικανοκρατίας και της εξάρτησης.
Στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Αϊ Στράτη φτάνοντας το νέο της εκτέλεσης και ο Γιάννης Ρίτσος γράφει:
«Σήμερα το στρατόπεδο σωπαίνει.
Σήμερα ο ήλιος τρέμει αγκιστρωμένος στη σιωπή
όπως τρέμει το σακάκι του σκοτωμένου στο συρματόπλεγμα.
Σήμερα ο κόσμος είναι λυπημένος.
Ξεκρέμασαν μια μεγάλη καμπάνα και την ακούμπησαν στη γη.
Μες στο χαλκό της καρδιοχτυπά η ειρήνη.
Σιωπή. Ακούστε τούτη την καμπάνα. Σιωπή.
Οι λαοί περνούν σηκώνοντας στους ώμους τους
το μέγα φέρετρο του Μπελογιάννη [..]
ΟΧΙ ΔΕ ΣΟΥ ταιριάζει εσένα Μπελογιάννη τούτο το σιωπηλό πένθος
τούτες οι μαύρες κορδέλες άκρη – άκρη στο φουστάνι της άνοιξης
τούτο το πράσινο σαπούνι που λιώνει ξεχασμένο στη σκάφη θολώνοντας το νερό.
Για σένανε είναι οι μεγάλες σάλπιγγες, τα μεγάλα τύμπανα
οι μεγάλες καμπάνες και οι μεγάλες παρελάσεις
ο μεγάλος όρκος των λαών πάνω στο φέρετρό σου
η μεγάλη μέρα της τριάντα του Μάρτη
που μπαίνει στο καινούργιο εορτολόγιο των ηρώων και των μαρτύρων της ειρήνης.
[…]
Έφυγες τώρα Νίκο ανάβοντας μ’ ένα γαρύφαλλο από φλόγα το κουράγιο του κόσμου,
ανάβοντας την ελπίδα στην καρδιά των λαών,
ανάβοντας τους αστερισμούς της ειρήνης στο στερέωμα του κόσμου,
πάνω απ’ τις πεδιάδες τις σπαρμένες κόκαλα.
Έπεσες, Νίκο, με τα’ αυτί σου κολλημένο στην καρδιά του κόσμου,
ν’ ακούς τα βήματα της λευτεριάς να βαδίζουν στο μέλλον,
ν’ ακούς το μέλλον να ξεδιπλώνει εκατομμύρια κόκκινες σημαίες
πάνω απ’ το γέλιο των παιδιών και των κήπων
[…]
Θα φέρουμε την κληρονομιά σου στους ώμους μας,
ως την πόρτα του ήλιου, Μπελογιάννη.
Καλημέρα αδέρφια μου
Καλημέρα ήλιε
Καλημέρα κόσμε
Ο Μπελογιάννης μας έμαθε άλλη μια φορά πώς να ζούμε και πώς να πεθαίνουμε.
Μ’ ένα γαρύφαλλο ξεκλείδωσε όλη την αθανασία.
Μ’ ένα χαμόγελο έλαμψε τον κόσμο για να μη νυχτώνει
Καλημέρα σύντροφοι
Καλημέρα ήλιε
Καλημέρα Μπελογιάννη.
Τώρα ας βροντήσουνε της λευτεριάς τα τύμπανα και οι σάλπιγγες.
Καλημέρα Μπελογιάννη...».
Διαβάστε για την ηρωική πορεία του Μπελογιάννη, τη δίκη και την καταδίκη του σε θάνατο από το αρχείο ιστορίας του ΚΚΕ(μ-λ)
3 σχόλια:
Απίστευτη ιστορία.
Συγκινήθηκα αφάνταστα.
Σε ευχαριστώ πολύ φίλε μου.
Μπράβο για το ποστ.
Ωραίο μπλογκ.
Φοβερό κείμενο. Πολύ καλό το μπλογκ!
Δημοσίευση σχολίου